To the Oracle at Delphi
Great Oracle, why are you staring at me,
do I baffle you, do I make you despair?
I, Americus, the American,
wrought from the dark in my mother long ago,
from the dark of ancient Europa—
Why are you staring at me now
in the dusk of our civilization—
Why are you staring at me
as if I were America itself
the new Empire
vaster than any in ancient days
with its electronic highways
carrying its corporate monoculture
around the world
And English the Latin of our days—
Great Oracle, sleeping through the centuries,
Awaken now at last
And tell us how to save us from ourselves
and how to survive our own rulers
who would make a plutocracy of our democracy
in the Great Divide
between the rich and the poor
in whom Walt Whitman heard America singing
O long-silent Sybil,
you of the winged dreams,
Speak out from your temple of light
as the serious constellations
with Greek names
still stare down on us
as a lighthouse moves its megaphone
over the sea
Speak out and shine upon us
the sea-light of Greece
the diamond light of Greece
Far-seeing Sybil, forever hidden,
Come out of your cave at last
And speak to us in the poet’s voice
the voice of the fourth person singular
the voice of the inscrutable future
the voice of the people mixed
with a wild soft laughter—
And give us new dreams to dream,
Give us new myths to live by!
Read at Delphi, Greece, on March 21, 2001 at the UNESCO World Poetry Day
Προς το Μαντείο των Δελφών
Μέγα Μαντείο, γιατί με κοιτάζεις τόσο επίμονα;
Μήπως σε προβληματίζω, σε απελπίζω;
Εγώ ο Αμέρικος, ο Αμερικανός,
φτιαγμένος απ’ το σκοτάδι, μες στη μητέρα μου, καιρό πριν,
απ’ το σκοτάδι της αρχαίας Ευρώπης…
Γιατί με περιεργάζεσαι τώρα
στο σούρουπο του πολιτισμού μας;
Γιατί με κοιτάς έτσι;
Λες κι είμαι εγώ η Αμερική
η Νέα Αυτοκρατορία
η πιο απέραντη από όλες τις άλλες στην αρχαιότητα,
με τις ηλεκτρονικές εθνικές οδούς της
να μεταφέρουν την κουλτούρα των επιχειρήσεων και των μονοπωλίων
σ’ ολάκερη την υφήλιο
και τα αγγλικά να έχουν γίνει τα σύγχρονα λατινικά
Μέγα Μαντείο, συ που κοιμάσαι τόσους αιώνες,
ξύπνα επιτέλους!
Και πες μας πώς να σωθούμε από τον ίδιο μας τον εαυτό
και πώς να γλυτώσουμε από αυτούς που μας κυβερνούν
που θα ‘θελαν να κάνουν πλουτοκρατία τη δημοκρατία μας
στο Μέγα Χάσμα
μεταξύ πλουσίων και φτωχών,
στους οποίους ο Ουόλτ Ουίτμαν άκουγε την Αμερική να τραγουδά
Ω, Σίβυλλα, συ που ‘χεις σιωπήσει τόσο πολύ,
συ με τα φτερωτά σου όνειρα,
εκφράσου λεύτερα μέσα από το ναό σου του φωτός
καθώς οι σοβαροί αστερισμοί
με τα ελληνικά ονόματα
μας ατενίζουν ακόμα,
σαν ένας φάρος που περιστρέφει το μεγάφωνό του
πάν’ απ’ τη θάλασσα,
μίλα μας καθαρά και λάμψε πάνω μας
φως θαλάσσινο της Ελλάδας
φως αδαμάντινο της Ελλάδας
Πυθία διορατική, παντοτινά κρυμμένη,
βγες επιτέλους απ’ τη σπηλιά σου!
—να μας μιλήσεις με τη φωνή του ποιητή,
φωνή σε τέταρτο πρόσωπο ενικού αριθμού
φωνή ανεξιχνίαστου μέλλοντος
φωνή λαού ανάκατη
με ένα άγριο, αλλά και τρυφερό γέλιο—
και χάρισέ μας νέα όνειρα για να ονειρευτούμε,
καινούριους μύθους για να ζήσουμε σύμφωνα με αυτούς!
Διαβάστηκε στους Δελφούς, την 21η Μαρτίου 2001, Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης της UNESCO
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου