Και μεγαλώνουνε παιδιά με μάτια
βαθιά, κι αθώα· γερνάνε και πεθαίνουν.
Κι οι άνθρωποι τον δρόμο τους βαδίζουν.
Και πάλι οι αγίνωτοι καρποί γλυκαίνουν
και πέφτουν σαν νεκρά πουλιά στο χώμα
και λίγες μέρες μένουν και πικραίνουν.
Κι ακόμα πνέει ο άνεμος κι ακόμα
λέμε κι ακούμε λόγια ειπωμένα
κι ορμή και κόπο νιώθουμε στο σώμα.
Και δρόμοι παν στη χλόη, και τόποι ολοένα
με δέντρα, λίμνες, φώτα μας ξαφνιάζουν
και μέρη αλλού νεκρά και ξεραμένα.
Γιατί όλοι οι τόποι γίναν; Και δεν μοιάζουν
ο ένας στον άλλον; Κι είναι αμέτρητοι άλλοι;
Γιατί τα γέλια μας σε δάκρυα αλλάζουν;
Και τι όλα αυτά μας ωφελούνε πάλι
αφού γυρνάμε σ’ άσκοπη πορεία
κι είμαστε αιώνια μόνοι και μεγάλοι;
Κι αν είδαμε όμοια τέτοια τι μας μέλλει;
Μα λέει πολλά αυτός που λέει «βραδιάζει»
λέξη που θλίψη στάζει και πικρία
καθώς βαρύ από τις κερήθρες μέλι.
Und Kinder wachsen auf mit tiefen Augen,
die von nichts wissen, wachsen auf und sterben,
und alle Menschen gehen ihre Wege.
Und süße Früchte werden aus den herben
und fallen nachts wie tote Vögel nieder
und liegen wenig Tage und verderben.
Und immer weht der Wind, und immer wieder
vernehmen wir und reden viele Worte
und spüren Lust und Müdigkeit der Glieder.
Und Straßen laufen durch das Gras, und Orte
sind da und dort, voll Fackeln, Bäumen, Teichen,
und drohende, und totenhaft verdorrte...
Wozu sind diese aufgebaut? Und gleichen
einander nie? Und sind unzählig viele?
Was wechselt Lachen, Weinen und Erbleichen?
Was frommt das alles uns und diese Spiele,
die wir doch groß und ewig einsam sind
und wandernd nimmer suchen irgend Ziele?
Was frommt‘s, dergleichen viel gesehen haben?
Und dennoch sagt der viel, der „Abend“ sagt,
ein Wort, daraus Tiefsinn und Trauer rinnt
wie schwerer Honig aus den hohlen Waben.
ΟΥΓΚΟ ΦΟΝ ΧΟΦΜΑΝΣΤΑΛ
(1874-1929)
Μετάφραση: Γιώργος Βαρθαλίτης
Επίμετρο στη συλλογή Ποιήματα και Πεζά του Στέφαν Γκεόργκε
Εκδόσεις Gutenberg
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου