(Στη Βάλια και στη Βίκυ)
Οι φωτιές που ανάβουμε θυμίζουνε ιδρώτα
αλησμόνητα χνότα από στόματα παλιά
που μια φιλούσαν, δύο δάγκωναν.
Κάθε μέρα η ίδια ιστορία
ώσπου το μεσημέρι ν’ ανάψουμε φωτιά
το απόγευμα ν’ αρχίσουν να ’ρχονται οι πρώτες στάλες
το βράδυ, ποτάμι ο ιδρώτας—
τα στόματα μας θέλουν πάλι πίσω.
Μα ούτε μία δαγκωνιά ούτε ένα φιλί απομένει
σκουπίζουμε ό,τι τα στόματα αφήνουν
τις λέξεις όχι
τη λέξη όχι.
Ας ανάψει επιτέλους η φωτιά
αλλά εμείς να μην καιγόμαστε
κι όσα φαντάστήκαμε να καίγονται
αλλά να μην ιδρώνουν.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΗΝΑΚΗΣ
(1981- )
Από τη συλλογή Δωμάτιο μικρών διακοπών
Εκδόσεις Κέδρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου